Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2014

ΤΟ ΝΕΡΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΑΓΑΘΟ ΣΕ ΔΙΩΓΜΟ

       


photo-23Η επικείμενη ιδιωτικοποίηση των εταιρειών ύδρευσης στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, μας φέρνει αντιμέτωπους με όλα εκείνα τα αξιακά ζητήματα που βρίσκονται στο επίκεντρο των κοινωνικών αγώνων που σχετίζονται με το περιβάλλον.
Είμαστε αντιμέτωποι καταρχάς με την περιβαλλοντική κρίση, την κρίση νερού που δημιουργείται από τις πιέσεις που ασκούνται στους υδατικούς πόρους, τη μείωση των αποθεμάτων νερού, την εκτεταμένη ρύπανση των υπόγειων νερών και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον υδρολογικό κύκλο. Είμαστε αντιμέτωποι με την επεκτατική ιδεολογία των αγορών, μέσα από την εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ύδρευσης, οι οποίες, αντί να λειτουργούν ως δημόσια υπηρεσία, μετατρέπουν το νερό σε εμπόρευμα και σε κερδοσκοπικό μηχανισμό.
ίμαστε, τέλος, αντιμέτωποι με το διεθνικό ταξικό χαρακτήρα του αγώνα για το νερό ως κοινωνικό αγαθό, καθώς ληστρικές πολυεθνικές ιδιοποιούνται το νερό είτε μέσα από τη βιομηχανία εμφιαλωμένου νερού είτε μέσα από τον μονοπωλιακό έλεγχο των υπηρεσιών ύδρευσης, συμβάλλοντας έτσι στην παγκόσμια ανισοκατανομή νερού και την έλλειψη πρόσβασης σε καθαρό νερό ενός σημαντικού μέρους του πληθυσμού.
Η ΕΕ και το «γαλλικό μοντέλο» ιδιωτικοποίησης
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουμε ένα σύνθετο και αντιφατικό θεσμικό πλαίσιο όσον αφορά τη διαχείριση του νερού, καθώς ενώ η κοινοτική οδηγία πλαίσιο για τα ύδατα αποτελεί μια προοδευτική νομοθεσία για την περιβαλλοντική αξία του νερού, αγνοεί την κοινωνική του αξία και τις ανισότητες που προκύπτουν από τα μοντέλα διαχείρισης του νερού. Και όχι μόνο αυτό αλλά η ΕΕ, υιοθετόντας τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της Παγκόσμιας Τράπεζας και των άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, έχει ηγετικό ρόλο παγκοσμίως στην ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης στις πόλεις σε αναπτυσσόμενες χώρες καθώς προωθεί ενεργά το λεγόμενο «γαλλικό μοντέλο» των ιδιωτικοποιήσεων, με βάση τη σύμπραξη εταιρικής σχέσης μεταξύ δημόσιου-ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ). Οι ΣΔΙΤ μπορεί να συγχέονται συχνά με τις ιδιωτικοποιήσεις, όμως αποτελούν ένα εξελιγμένο, και άκρως προσοδοφόρο για τον ιδιωτικό τομέα, μοντέλο διαχείρισης.
Όσον αφορά στις εταιρείες ύδρευσης, ο ιδιωτικός τομέας δεν επωφελείται μόνο από την μετοχική πλειοψηφία αλλά και από τον έλεγχο της πληροφορίας στη διαχείριση του νερού και κυρίως στη συντήρηση και επέκταση των δικτύων, οι οποίες απονέμονται στον ιδιωτικό τομέα λόγω του κόστους και της υποτιθέμενης τεχνολογίας που απαιτείται και που «λείπει» από το δημόσιο. Έτσι τα οφέλη για τον ιδιωτικό τομέα δεν προκύπτουν μόνο από το κεφάλαιο της κοινοπραξίας αλλά είναι κρυμμένα στο κόστος συντήρησης και επέκτασης των δικτύων ύδρευσης και αποχέτευσης, όπου και οι εταιρείες ύδρευσης προτείνουν μεγάλα έργα, δικούς τους εργολάβους και οικονομικά κοστοβόρες λύσεις, τις οποίες και επωμίζονται οι χρήστες, ή πλέον πελάτες, νερού.
Σε σχέση με την κατασκευή μεγάλων έργων, η έλλειψη δημόσιων πόρων έχει παραλύσει πολλά μεγάλα, συνήθως αντικρουόμενα, υδροδοτικά έργα. Είναι όμως αυτή η έλλειψη δημόσιας χρηματοδότησης που ανοίγει νέους δρόμους για την ένταξη του ιδιωτικού τομέα στη διαχείριση του νερού καθώς οι ιδιωτικές εταιρείες αναλαμβάνουν να φέρουν εις πέρας τα μεγάλα έργα και επωφελούνται τον έλεγχο των κερδών που προκύπτουν από τις νέες υποδομές, οι οποίες αφορούν συνήθως παραγωγικούς τομείς όπως η άρδευση. Καθώς στόχος πλέον στην ιδιωτική διαχείριση του νερού γίνεται η μεγιστοποίηση του κέρδους, αναπτύσσεται και μια εμμονή σε μεγαλοκατασκευαστικές λύσεις προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι «αυξανόμενες» ανάγκες σε νερό, τις οποίες οι ίδιες εταιρίες προωθούν.
η ιδιωτικοποίηση των εταιρειών ύδρευσης
Η εμπορευματοποίηση του νερού ξεκινά το 1999 όταν η ΕΥΑΘ και η ΕΥΔΑΠ μετατρέπονται σε κοινοπρακτικές εταιρείες με τη σύμπραξη του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) και εισέρχονται στο χρηματιστήριο, με το δημόσιο να κατέχει το πλειοψηφικό κομμάτι. Ειδικότερα για τη μετοχική βάση της ΕΥΔΑΠ ΑΕ, εκτός του Ελληνικού Δημοσίου, κανένας μέτοχος δεν κατέχει πάνω από το 5% ενώ το ίδιο ισχύει και για την ΕΥΑΘ, με το δημόσιο να κατέχει το 74% και ένα 5% η πολυεθνική Suez. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και μέχρι την μνημονιακή Ελλάδα, στήνεται η απαξίωση του δημόσιου χαρακτήρα των υπηρεσιών ύδρευσης μέσα από την εξίσωση του κρατικού και κομματικού μηχανισμού με το δημόσιο τομέα.
Με την ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου το Μάιο του 2011, οι ΕΥΑΘ και ΕΥΔΑΠ εντάσσονται στο ΤΑΙΠΕΔ με σκοπό να αποτελέσουν προϊόν αξιοποίησης, που «θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για την αποπληρωμή του δημοσίου χρέους της χώρας». Εξάλλου και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δια μέσου του επιτρόπου Όλι Ρεν, το Σεπτέμβριο του 2012, επιβεβαιώνει τη στήριξή της στην ιδιωτικοποίηση του νερού ως μέσο αποπληρωμής του χρέους, απαντώντας σε επιστολή οργανώσεων για το ρόλο της στην προώθηση της ιδιωτικοποίησης των υπηρεσιών ύδρευσης. Δύο μήνες αργότερα, ψηφίζεται στη Βουλή τροπολογία για κατάργηση του ελάχιστου ποσοστού συμμετοχής του ελληνικού δημοσίου σε δημόσιες υπηρεσίες, ανοίγοντας έτσι διάπλατα το δρόμο της ιδιωτικοποίησης ΕΥΑΘ και ΕΥΔΑΠ, οι οποίες και προγραμματίζονται για το 2013.
Η διαχείριση του νερού
Το ζήτημα της διαχείρισης του νερού όμως είναι ιδιαίτερα περίπλοκο καθώς το νερό είναι ένας φυσικός πόρος, όπου συνυπάρχουν διαφορετικοί, και συχνά, αλληλοσυγκρουόμενοι τομείς, όπως η ύδρευση, η άρδευση και η βιομηχανική χρήση. Επικεντρώνοντας στις ανθρώπινες ανάγκες, η παροχή καθαρού πόσιμου νερού απαιτεί μεγάλες επενδύσεις στην κατασκευή και συντήρηση δικτύων, στον καθαρισμό του νερού, ανάλογα με τη χρήση και έχει σχετικά χαμηλά κόστη λειτουργίας για τη διανομή του. Η κυρίαρχη λογική όμως εστιάζει περισσότερο στη διαχείριση της προσφοράς και όχι τη ζήτησης, ενώ θα μπορούσε να στοχεύει στη μείωση της ζήτησης, τη χρήση εναλλακτικών μορφών νερού και τη μείωση των τεράστιων απωλειών που υπάρχουν στα αστικά και αγροτικά δίκτυα.
Παράλληλα, η απουσία του κοινωνικού ελέγχου από τη διαχείριση του νερού και η εμπορευματοποίησή του διαταράσσει τη διαλεκτική σχέση κοινωνίας και περιβάλλοντος, σχέση που βρίσκεται πάντα σε διαρκή μετασχηματισμό και αποσυνδέει την κοινωνία από τη γνώση για το οικοσύστημα στο οποίο ανήκει. Ως αποτέλεσμα, το κοινωνικό σύνολο αδυνατεί να κατανοήσει τις προβληματικές πρακτικές, τις κατασκευασμένες «ανεπάρκειες του νερού», τα διαχειριστικά ζητήματα, με αποτέλεσμα να αφήνεται το πεδίο ελεύθερο και για κερδοσκοπία και για μη βιώσιμη διαχείριση, που συνεπάγεται ζητήματα πρόσβασης στο νερό, απαραίτητη πηγή ζωής για τις τωρινές ή μελλοντικές γενιές και για τα ίδια τα οικοσυστήματα.
Η απάντηση στην ιδιωτικοποίηση του νερού και τη στρεβλή διαχείρισή του πρέπει να αναζητηθεί μέσα από πολλές ερωτήσεις. Να ξεκινήσουμε από τον αγώνα ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του νερού, να εξετάσουμε τι σημαίνει δημόσια διαχείριση του νερού με κοινωνικό έλεγχο, να δούμε πώς μπορούμε να επαναφέρουμε την απώλεια της γνώσης της ανθρώπινης εξάρτησης από το περιβάλλον και των επιπτώσεων της υπερεκμετάλλευσής του.
Το χάσμα μεταξύ της δυνατότητας ικανοποίησης των ανθρώπινων αναγκών σε νερό και της κλίμακας της καταστροφής του περιβάλλοντος που προκαλούν οι τωρινές μας απαιτήσεις μεγαλώνει και δεν είναι απλά χρέος μας αλλά επιτακτική ανάγκη να το αντιμετωπίσουμε. Γιατί ένας άλλος κόσμος δεν είναι μόνο εφικτός, αλλά είναι και απαραίτητα αναγκαίος.
ΔΗΜΗΤΡΑ ΣΠΑΘΑΡΙΔΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου